Η μικρή Ομόνοια


Η μικρή Ομόνοια
βασιλεύει στο τέλος της Πανεπιστημίου
Άχρωμη μα ουδόλως άοσμη
δεσπόζει στο θρόνο της πολυκοσμίας και του θορύβου.
Οι ανόητοι Αθηναίοι την περιφρονούν,
 οι μοναχικοί ξένοι την κάνουν το σπίτι τους
 όχι από επιλογή, από ανάγκη.
Η μικρή Ομόνοια αισθάνεται θλιμμένη.

Τα βράδια κρατά τα μάτια της κλειστά, φοβάται.
Θέλει να δει επιτέλους τους δρόμους της με χρώμα
τους ανθρώπους της να χορεύουν και να γελούν.
Αποφασίζει, λοιπόν, να κάνει ένα πάρτι για να γιορτάσει τα γενέθλιά της
[η τελευταία φορά που τα γιόρτασε ήταν όταν έκλεισε τα 100].
Αναθέτει, τότε, στους λιγοστούς πιστούς της φίλους,
τους καλλιτέχνες των γειτονικών θεάτρων
και τους μουσικούς των δρόμων,
να σταθούν στην πλατεία και να προσκαλέσουν τους περαστικούς.
"Έι εσείς, δείτε την ωραία μας Ομόνοια, έβαλε τα καλά της και σας περιμένει. Χορέψτε μαζί μας!"

Οι άνθρωποι παραξενεύτηκαν και έσπευσαν να μάθουν από που ακούγονται τόσες μουσικές...
και μαζεύτηκαν πολλοί, περισσότεροι από ότι είχε τολμήσει να ελπίσει
η μικρή Ομόνοια ζωντάνεψε
χαμόγελα φώτισαν το γκριζωπό πρόσωπό της.
Ήταν τόση η χαρά της
που φανταστείτε έπαψε να ακούει τα γκρουτζουνίσματα των αμαξιών
αφέθηκε στους ήχους της λατέρνας
και στα χάδια των χορευτικών βημάτων.
Βάλθηκε να γίνει οικοδέσποινα σωστή!
Τους χώρεσε όλους, τους ένωσε όλους.

"Αχ", αναφώνησε η μικρή Ομόνοια, "ας ήταν όλες οι μέρες σαν και σήμερα."

Σχόλια